ὑπερ-θνήσκω

ὑπερ-θνήσκω

ὑπερ-θνήσκω (s. ϑνήσκω), dafür oder darüber sterben, τινός, Eur. Andr. 499 Phoen. 1005 u. öfter.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • υπερθνήσκω — Α πεθαίνω για χάρη άλλου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + θνῄσκω «πεθαίνω»] …   Dictionary of Greek

  • περί — ΝΜΑ, με αναστροφή πέρι, θεσσαλ., δελφ. και αιολ τ. περ, ελεατ. τ. παρ Α πρόθεση η οποία συντάσσεται: 1. με γεν. α) (για δήλωση τού αντικειμένου, τού θέματος για το οποίο γίνεται λόγος ή για το οποίο ενδιαφέρεται κάποιος), για, σχετικά με..., όσον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”