- ὑπερ-ουράνιος
ὑπερ-ουράνιος, überhimmlisch, Plat. Phaedr. 247 c.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπερ-ουράνιος, überhimmlisch, Plat. Phaedr. 247 c.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατουράνιος — κατουράνιος, ον (Α) ουράνιος, θεϊκός. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ουράνιος (< οὐράνιος), πρβλ. επ ουράνιος, υπερ ουράνιος] … Dictionary of Greek
μεσουράνιος — α, ο (Α μεσουράνιος, ον) (για ουράνιο σώμα) αυτός που βρίσκεται στο μέσο τού ουρανού νεοελλ. (ο πληθ. τού ουδ. ως ουσ.) τα μεσουράνια το μέσο τού ουρανού, τα μεσούρανα αρχ. (ο εν. τού ουδ. ως ουσ.) τὸ μεσουράνιον η θέση τού Ηλίου στο μέσο τού… … Dictionary of Greek
Differences between codices Sinaiticus and Vaticanus — Codex Sinaiticus and Codex Vaticanus, two of great uncial codices, representatives of the Alexandrian text type, are considered excellent manuscript witnesses of the text of the New Testament. Most critical editions of the Greek New Testament… … Wikipedia
Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… … Deutsch Wikipedia
Codex Cyprius — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Uncial 017 Name Cyprius Sign Ke Text Gospels Date … Wikipedia
υπερκόσμιος — α, ο / ὑπερκόσμιος, ον, ΝΜΑ αυτός που υπερβαίνει τον αισθητό κόσμο, υπερφυσικός, ουράνιος, θεϊκός νεοελλ. 1. (φιλοσ.) αυτός που βρίσκεται πέρα από κάθε εμπειρία, αυτός που υπερβαίνει τα όρια τής εμπειρικής γνώσης 2. φρ. «υπερκόσμια μεταφυσική»… … Dictionary of Greek
υπερχθόνιος — ον, Α αυτός που βρίσκεται πάνω από τη γη, ουράνιος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + χθόνιος (< χθών, χθονός), πρβλ. ὑπο χθόνιος] … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή … Dictionary of Greek