- ὑπερ-βιβάζω
ὑπερ-βιβάζω, darüber gehen lassen, hinüberführen, -setzen, τὰς ναῦς ἐκ τοῦ λιμένος εἰς τὴν νότιον πλευράν, Pol. 8, 36, 9; Luc. V. H. 2, 42. – Bei den Gramm. = Buchstaben und Wörter versetzen.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπερ-βιβάζω, darüber gehen lassen, hinüberführen, -setzen, τὰς ναῦς ἐκ τοῦ λιμένος εἰς τὴν νότιον πλευράν, Pol. 8, 36, 9; Luc. V. H. 2, 42. – Bei den Gramm. = Buchstaben und Wörter versetzen.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
υπερβιβάζω — ΜΑ μσν. (σχετικά με χρόνο) αφήνω να περάσει αρχ. 1. διαβιβάζω, περνώ κάτι πάνω από κάτι άλλο («ὑπερβιβάζειν τὰς ναῡς ἐκ τοῡ λιμένος εἰς τὴν νότιον πλευράν», Λουκιαν.) 2. μεταθέτω τα γράμματα ή τον τόνο μιας λέξης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + βιβάζω… … Dictionary of Greek