- ὑπερ-αυγής
ὑπερ-αυγής, ές, gen. έος, über die Maaßen leuchtend, glänzend, Luc. V. H. 1, 29.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπερ-αυγής, ές, gen. έος, über die Maaßen leuchtend, glänzend, Luc. V. H. 1, 29.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
υπεραυγής — ές, Α πάρα πολύ λαμπρός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + αυγής (< αὐγή), πρβλ. δι αυγής] … Dictionary of Greek
Τιθωνός — Μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Λαομέδοντα και της Στρυμώς, και αδελφός του Πριάμου. Τον ερωτεύτηκε η Ηώς, η θεά της αυγής, και απέκτησαν μαζί τον Μέμνονα. Η Ηώς παρακάλεσε τον Δία να κάνει τον Τ. αθάνατο, αλλά λησμόνησε να του ζητήσει να του… … Dictionary of Greek