- ὑπό-χολος
ὑπό-χολος, unter der Galle, dem Zorne unterworfen, – etwas gallig, S. Emp. adv. gramm. 308.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὑπό-χολος, unter der Galle, dem Zorne unterworfen, – etwas gallig, S. Emp. adv. gramm. 308.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
υπέρχολος — ον, Α 1. πολύ πικρόχολος ή πολύ ευέξαπτος 2. αυτός που παρουσιάζει υπέρμετρη αύξηση χολής. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + χόλος «οργή» (πρβλ. κατά χολος, ὑπό χολος)] … Dictionary of Greek
Okeanos — auf einem Mosaik der Basilika im Stadtzentrum Petras, spätes 5. Jahrhundert n. Chr. Okeanos (griechisch Ὠκεανός, latinisiert Oceanus) ist eine Gottheit der griechischen Mythologie … Deutsch Wikipedia
χρυσός — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Au· ανήκει στην πρώτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, δεύτερη υποομάδα, έχει ατομικό αριθμό 79, ατομικό βάρος 197,2 ένα σταθερό ισότοπο και πολλά ραδιενεργά ισότοπα με αριθμό μάζας από 187 έως 189 και από … Dictionary of Greek