- ἑπτά-δραχμος
ἑπτά-δραχμος, sieben Drachmen kostend, Theocr. 15, 19.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑπτά-δραχμος, sieben Drachmen kostend, Theocr. 15, 19.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
οκτάδραχμος — ὀκτάδραχμος, ον (Α) 1. αυτός που έχει βάρος ίσο με οκτώ δραχμές ή αυτός που αξίζει οκτώ δραχμές 2. αυτός που έχει το προνόμιο να πληρώνει μόνο οκτώ δραχμές ως κεφαλικό φόρο 3. το θηλ. ως ουσ. ἡ ὀκτάδραχμος φόρος οκτώ δραχμών. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα… … Dictionary of Greek