- ἑπταχῆ
ἑπταχῆ, dasselbe, D. Cass. 55, 26; auch ἑπταχῶς, Gramm.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑπταχῆ, dasselbe, D. Cass. 55, 26; auch ἑπταχῶς, Gramm.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
επταχή — ἑπταχῇ (Α) επίρρ. έπταχα. [ΕΤΥΜΟΛ. Αναλογικός σχηματισμός κατά το πρότυπο του διχῄ] … Dictionary of Greek
επτά — και εφτά (AM ἑπτά) (απόλ. αριθμ.) 1. ο αριθμός που αποτελείται από έξι συν μία μονάδες, ο μεταξύ τού έξι και τού οκτώ 2. χρησιμοποιείται για να δηλώσει απροσδιόριστο πλήθος, αμέτρητες φορές (α. «στό είπα εφτά φορές» β. «ὁ γὰρ ἑπτά ἀριθμός παρὰ τῇ … Dictionary of Greek
επταχώς — ἑπταχῶς (Α) επίρρ. επταχή … Dictionary of Greek