- ἑπτα-φεγγής
ἑπτα-φεγγής, ές, dasselbe, Philo.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἑπτα-φεγγής, ές, dasselbe, Philo.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρισσοφεγγής — ές, Μ αυτός που εκπέμπει τριπλή αίγλη, τριπλό φως από τρεις πηγές («Εὐαγγελισταὶ τρισοφεγγοῡς οὐσίας», Δαμασκ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τρισσός «τριπλός» + φεγγής (< φέγγος), πρβλ. ἑπτα φεγγής] … Dictionary of Greek
τριφεγγής — ές, Μ τριφαής*. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + φεγγής (< φέγγος), πρβλ. ἑπτα φεγγής] … Dictionary of Greek