- ἐλεγειο-ποιητής
ἐλεγειο-ποιητής, ὁ, = Folgdm, Gramm.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐλεγειο-ποιητής, ὁ, = Folgdm, Gramm.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Κιτς, Τζον — (John Κeats, Λονδίνο 1795 – Ρώμη 1821). Άγγλος ποιητής. Προερχόταν από φτωχή οικογένεια και η σύντομη ζωή του ήταν γεμάτη κακουχίες. Ήταν μόλις 8 ετών όταν πέθανε ο πατέρας του και 14 όταν πέθανε και η μητέρα του από φυματίωση, ασθένεια που… … Dictionary of Greek
ελεγειακός — ή, ό (Α ἐλεγειακός, ή, όν) 1. (για στίχο) αυτός που ανήκει στο ελεγείο από την άποψη τού μέτρου («ελεγειακό πεντάμετρο», «πεντάμετρον ἐλεγειακόν», «ελεγειακός στίχος» ο δακτυλικός πεντάμετρος στίχος υυ| υυ| | υυ| υυ| 2. φρ. «ελεγειακός ποιητής» ή … Dictionary of Greek
Γκάτσος, Νίκος — (Χάνια Αρκαδίας 1911 – Αθήνα 1992). Ποιητής και μεταφραστής της λογοτεχνίας. Αποφοίτησε από τη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πρωτοεμφανίστηκε στον λογοτεχνικό χώρο με ποιήματά του στα περιοδικά Νέα Εστία (1931) και Ρυθμός (1933). Το… … Dictionary of Greek
Καμβύσης, Νίκος — (Βουνάριο Μεσσηνίας 1919 –). Δάσκαλος και ποιητής. Σπούδασε στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Σταδιοδρόμησε ως δάσκαλος σε σχολεία της επαρχίας και των Αθηνών, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με την ποίηση, ιδιαίτερα τη θρησκευτική. Άρχισε να γράφει… … Dictionary of Greek
ελεγειακός — ή, ό 1. που ανήκει ή αναφέρεται στην ελεγεία ή το ελεγείο (βλ. λλ.): Ελεγειακός ποιητής. 2. μτφ., που έχει τη μελαγχολία, τη θλίψη της ελεγείας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)