- πεντά-φωτος
πεντά-φωτος, λαμπάς, ἡ, mit fünf Leuchten, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντά-φωτος, λαμπάς, ἡ, mit fünf Leuchten, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντάφωτος — η, ο / πεντάφωτος, ον, ΝΜΑ αυτός που έχει πέντε φώτα, δηλ. πέντε λαμπτήρες ή λυχνίες μσν. μτφ. (για το ανθρώπινο σώμα) αυτός που φωτίζεται από πέντε πηγές, που παίρνει πληροφορίες από πέντε πηγές, δηλαδή από τις πέντε αισθήσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. <… … Dictionary of Greek