- πεντά-τροπος
πεντά-τροπος, von fünffacher Art, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντά-τροπος, von fünffacher Art, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντάτροπος — ον, Α αυτός που έχει πέντε τρόπους ή αυτός που εμφανίζεται σε πέντε τρόπους («πεντάτροπος κίνησις τοῡ ἡλίου», Ψ. Διον.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα * + τρόπος (πρβλ. τετρά τροπος)] … Dictionary of Greek
πεντεκαιδεκάτροπος — ον, Α πιθ. ο πολύτροπος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντεκαίδεκα «δεκαπέντε» + τρόπος (πρβλ. πεντά τροπος)] … Dictionary of Greek
τετράτροπος — ον, ΜΑ μσν. τετραπλός αρχ. αυτός που έχει τέσσερεις εποχές («κόσμον ἅπαντα τρέπουσα τετράτροπον εἰς ἐνιαυτόν», πάπ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + τρόπος (πρβλ. πεντά τροπος)] … Dictionary of Greek
Γιουγκοσλαβία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Παλαιότερη ονομασία: Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Έκταση: 102.173 τ.χλμ Πληθυσμός: 10.656.929 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Βελιγράδι (1.280.600 κάτ. το 2002)Κράτος … Dictionary of Greek
σημειογραφία — Στη μουσική, η γραφική παράσταση των ήχων, δηλαδή ο τρόπος έκφρασης της μουσικής σκέψης. Η ανάγκη αυτή προκάλεσε, στο πέρασμα του χρόνου, την εμφάνιση πολλών συστημάτων σ., που έπειτα ενώθηκαν στην παγκόσμια αποδοχή του πεντα γραμμικού συστήματος … Dictionary of Greek