- πεντηκοντ-ούτης
πεντηκοντ-ούτης, ες, zsgzgn statt πεντηκονταετής; so πεντηκοντούτεις σπονδαί, Thuc. 5, 27; Plat. Rep. VII, 540 a.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντηκοντ-ούτης, ες, zsgzgn statt πεντηκονταετής; so πεντηκοντούτεις σπονδαί, Thuc. 5, 27; Plat. Rep. VII, 540 a.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τεσσαρακονταετής — ές και ως ουσ. τεσσαρακονταέτης και τεσσαραρακοντούτης, ο, ΝΜΑ, και τ. θηλ. τεσσαρακοντούτις Ν, και αττ. τ. αρσ. τετταρακοντούτης και τ. θηλ. τεσσαρακονταέτις, και τεσσαρακοντοῡτις, ούτιδος, ΜΑ 1. αυτός που έχει ηλικία σαράντα χρόνων, σαραντάρης… … Dictionary of Greek
τριακοντούτης — ες / τριακοντούτης, οῡτες, ΝΜΑ, και λόγιος τ. θηλ. τριακοντούτις Ν, και τριακονταέτηρος, ον, Μ, και τ. θηλ. τριακοντοῦτις, ούτιδος, Α ο τριακονταετής. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριακοντοέτης < τριάκοντα + ετης (< ἔτος), με συναίρεση τού ληκτικού… … Dictionary of Greek