ἐξ-ορκιστής

ἐξ-ορκιστής

ἐξ-ορκιστής, , der Beschwörer, δαίμονα ἐξορκι. στὴς ἐξέβαλε Luc. ep. 13 (XI, 427).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ορκιστής — ὁρκιστής, ὁ (Α) [ορκίζω] ορκωτής* …   Dictionary of Greek

  • Ευθυβούλης, Κωνσταντίνος — (Μέγα Ρεύμα Βοσπόρου 1815 – Κωνσταντινούπολη 1859). Συγγραφέας. Το αληθινό επώνυμο του ήταν Βάβουλας. Φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και κατόπιν σπούδασε φιλοσοφία και μαθηματικά στο Παρίσι. Το 1845 γύρισε στην Κωνσταντινούπολη και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”