- ἐξ-αγωγίς
ἐξ-αγωγίς, ίδος, ἡ, Ableitungskanal, Mathem.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐξ-αγωγίς, ίδος, ἡ, Ableitungskanal, Mathem.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
καταγωγίς — καταγωγίς, ίδος, ἡ (Α) 1. σχοινί με το οποίο τεντωνόταν ο καταπέλτης 2. είδος γυναικείου ενδύματος («καὶ ἴδια δὲ γυναικῶν, ἐπωμίς... καταγωγίς, καὶ χιτών, πέπλος, καὶ τὰ ὅμοια», Πολυδ.) 3. επίθ. τής Αρτέμιδος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + αγωγίς… … Dictionary of Greek
παραγωγίς — ίδος, ή, Α άμαξα που χρησιμοποιούσαν για τη μετακίνηση τής πολεμικής μηχανής με την οποία έριχναν βέλη. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + αγωγίς (< ἄγω), πρβλ. κατ αγωγίς] … Dictionary of Greek
περιαγωγίς — ίδος, ἡ, Α περιαγωγεύς*. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + αγωγίς (< ἄγω), πρβλ. κατ αγωγίς] … Dictionary of Greek