ἐξ-επι-πλήσσω

ἐξ-επι-πλήσσω

ἐξ-επι-πλήσσω, = ἐπιπλήσσω, Eur. frg. 36.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • θαλασσοπλήκτης — θαλασσοπλήκτης, ό (Μ) (για τον Ξέρξη) αυτός που χτύπησε τη θάλασσα, που έδειρε τη θάλασσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < θαλασσο * + πλήκ της (< πλήσσω), πρβλ. επι πλήκτης, τειχεσι πλήκτης] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”