- πεντα-πλασίων
πεντα-πλασίων, ονος, = πενταπλάσιος, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πεντα-πλασίων, ονος, = πενταπλάσιος, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρεισκαιδεκαπλασίων — και τρισκαιδεκαπλασίων, άσιον, Α ο δεκατρείς φορές μεγαλύτερος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρεισκαίδεκα + πλασίων (< πλάσιος* + ίων), πρβλ. πεντα πλασίων] … Dictionary of Greek
τριακονταεννεαπλασίων — άσιον, Α ο τριάντα εννέα φορές μεγαλύτερος ή περισσότερος από άλλον. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριακονταεννέα + πλασίων (< πλάσιος + επίθημα ίων), πρβλ. πεντα πλασίων] … Dictionary of Greek