- προς-σπαίρω
προς-σπαίρω, wonach zappeln, sich wonach regen; αἱς ἔτι προςέσπαιρε δυςϑανατοῠντος αὐτοῠ τὸ ἀκόλαστον, nach welchen (Lüsten) sich noch die Geilheit des im Sterben zuckenden Körpers regte, Plut. Otho 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προς-σπαίρω, wonach zappeln, sich wonach regen; αἱς ἔτι προςέσπαιρε δυςϑανατοῠντος αὐτοῠ τὸ ἀκόλαστον, nach welchen (Lüsten) sich noch die Geilheit des im Sterben zuckenden Körpers regte, Plut. Otho 2.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σφαίρα — Γεωμετρικό σώμα, η επιφάνεια του οποίου είναι ο γεωμετρικός τόπος των σημείων που απέχουν εξίσου από ένα σημείο, το κέντρο. Ακτίνα είναι η σταθερή απόσταση του κέντρου από οποιοδήποτε σημείο της σφαιρικής επιφάνειας· χορδή, ένα τμήμα που έχει τα… … Dictionary of Greek
σπαράσσω — ΝΜΑ, και σπαράζω Ν, και αττ. τ. σπαράττω Α (ιδίως για σαρκοβόρο ζώο) κατασπαράζω, κατακομματιάζω, ξεσκίζω («σάρκας γεραιὰς ἐσπαρασσ ἀπ ὀστέων, Ευρ.) νεοελλ. μτφ. 1. (αμτβ.) αισθάνομαι βαθιά λύπη, μεγάλο ψυχικό πόνο 2. μέσ. σπαράζομαι δοκιμάζομαι… … Dictionary of Greek