- ἐγ-γείνωνται
ἐγ-γείνωνται, perf. u. aor. zu ἐγγί γνομαι, w. m. s.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐγ-γείνωνται, perf. u. aor. zu ἐγγί γνομαι, w. m. s.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
γείνωνται — γείνομαι y aor subj mid 3rd pl γείνομαι y pres subj mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)