ἐγ-κρανίς

ἐγ-κρανίς

ἐγ-κρανίς, ίδος, ἡ, u. ἔγ-κρανον, τό, das Gehirn, Galen.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μελαγκρανίς — μελαγκρανίς, ίδος, ή μελάγκρανις, άνιος, ἡ (Α) είδος σχοίνου με μαύρη κορυφή. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, ανος + κρανίς (< κρανίον), πρβλ. εγ κρανίς] …   Dictionary of Greek

  • παρακρανίς — ίδος, ἡ, Α η παρεγκεφαλίδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + κρανίς (< κρανίον), πρβλ. εγ κρανίς] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”