- ἐγρήγορος
ἐγρήγορος, wachsam, munter; K. S.; Poll. 3, 120.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐγρήγορος, wachsam, munter; K. S.; Poll. 3, 120.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐγρήγορος — waking masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εγρήγορος — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 360 μ., 92 κάτ.) της Χίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αμάνης του νομού Χίου. * * * ἐγρήγορος, ον (AM) άγρυπνος … Dictionary of Greek
ἐγρηγορός — ἐγείρω awaken perf part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγρηγορώτατον — ἐγρήγορος waking masc acc superl sg ἐγρήγορος waking neut nom/voc/acc superl sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγρηγόρως — ἐγρήγορος waking adverbial ἐγρήγορος waking masc/fem acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγρήγορον — ἐγρήγορος waking masc/fem acc sg ἐγρήγορος waking neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγρηγορωτάτην — ἐγρήγορος waking fem acc superl sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγρηγόρους — ἐγρήγορος waking masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγρηγόρων — ἐγρήγορος waking masc/fem/neut gen pl ἐγρηγορόων watching imperf ind act 3rd pl (epic) ἐγρηγορόων watching imperf ind act 1st sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγρηγόρῳ — ἐγρήγορος waking masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγρήγοροι — ἐγρήγορος waking masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)