- ἐκ-προ-φαίνω
ἐκ-προ-φαίνω, vorzeigen, sehen lassen; ἐκπροφανοῦσα Orph. H. 70, 7.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐκ-προ-φαίνω, vorzeigen, sehen lassen; ἐκπροφανοῦσα Orph. H. 70, 7.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θειοφανής — θειοφανής, ές (Α) αυτός που φανερώθηκε από τον θεό. [ΕΤΥΜΟΛ. < θείο * + φανής (< φαίνω), πρβλ. εμ φανής, προ φανής) … Dictionary of Greek
προφαίνω — ΜΑ [φαίνω] φέρνω στο φως, φανερώνω (α. «προφαίνων, θεοφάντορ, τὸ ἄφυκτον», Μηναί. β. «τοῑσι... θεοὶ τέραα προύφαινον», Ομ. Οδ.) αρχ. 1. επιδεικνύω («οἱ πλουτοῡντες αὐτοὶ καὶ τὰς πορφυρίδας προφαίνοντες», Λουκιαν.) 2. αναδεικνύω, καθιστώ κάποιον… … Dictionary of Greek