- ἐντερο-πώλης
ἐντερο-πώλης, ὁ, der mit Eingeweiden, mit Wurst handelt, VLL. Erkl. von ἀλλαντοπ.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐντερο-πώλης, ὁ, der mit Eingeweiden, mit Wurst handelt, VLL. Erkl. von ἀλλαντοπ.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
αλάτι — Όρος με τον οποίο στην καθομιλουμένη υποδηλώνεται το χλωριούχο νάτριο (NaCl), που χρησιμοποιείται ευρύτατα στη μαγειρική. Στη φύση υπάρχει στο θαλασσινό νερό (από το οποίο εξάγεται με εξάτμιση στις αλυκές) και σε γεωλογικά κοιτάσματα (ορυκτό… … Dictionary of Greek