ἐνταυθί, att., verstärkt das Vorige, Ar. Lys. 4. 568.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ενταυθί — ἐνταυθί (Α) επίρρ. εδώ ακριβώς, εδωδά … Dictionary of Greek
ἐνταυθί — ἐνταῦθα here attic (indeclform iota̱intens adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)