- ἐργο-επι-στάτης
ἐργο-επι-στάτης, ὁ, = ἐργεπιστάτης, Epicharm. bei Poll. 7, 183.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐργο-επι-στάτης, ὁ, = ἐργεπιστάτης, Epicharm. bei Poll. 7, 183.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μηχανή — I Με γενική έννοια μ. είναι κάθε διάταξη κατάλληλη να εκμεταλλεύεται μια ορισμένη μορφή ενέργειας για να επιτελέσει ένα έργο ή για να τη μετατρέψει σε μια άλλη μορφή ενέργειας. Οι μ. που συνήθως ονομάζονται απλές (μοχλός, σκοινί, κεκλιμένο… … Dictionary of Greek