- ἐρισμός
ἐρισμός, ὁ, = ἔρις, Tim. Phlias. bei D. L. 2, 107.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐρισμός, ὁ, = ἔρις, Tim. Phlias. bei D. L. 2, 107.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ερισμός — ἐρισμός, ὁ (AM) [ερίζω] έριδα, φιλονεικία, διένεξη … Dictionary of Greek