ἐρυθῖνος

ἐρυθῖνος

ἐρυθῖνος, ὁ, = ἐρυϑρῖνος, Amips. Ath. VI, 271; Opp. H. 1, 97.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ερυθίνος — ἐρυθῑνος, ὁ (Α) βλ. ερυθρίνος …   Dictionary of Greek

  • ἐρυθῖνος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρυθῖνοι — ἐρυθῖνος masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρυθῖνον — ἐρυθῖνος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ερυθρίνος — ο (AM ἐρυθρῑνος, Α και ἐρυθῑνος) ζωολ. γένος τελεόστεων ψαριών τής οικογένειας τών σπαριδών, κν. λυθρίνι. [ΕΤΥΜΟΛ. ερυθρ ίνος < ερυθρός. Ο τ. ερυθίνος από το ερυθρίνος με ανομοίωση. Από το αρχ. ερυθρίνος προήλθε και το νεοελλ. λυθρίνι, με… …   Dictionary of Greek

  • ἐρυθίνου — ἐρυθί̱νου , ἐρυθῖνος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρυθίνους — ἐρυθί̱νους , ἐρυθῖνος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐρυθίνων — ἐρυθί̱νων , ἐρυθῖνος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”