- ἐρυθρο-μέλας
ἐρυθρο-μέλας, αινα, αν, schwarzröthlich, ἰσχάς Ath. XIV, 652 e.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐρυθρο-μέλας, αινα, αν, schwarzröthlich, ἰσχάς Ath. XIV, 652 e.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μελάναιγις — Επονομασία του Διόνυσου. Προς τιμήν του, ο Μέλανθος είχε ιδρύσει ιερό και βωμό στην τοποθεσία Μελαινές της Αττικής, επειδή είχε νικήσει σε αγώνα τον Ξάνθο με τη βοήθεια του θεού. Σύμφωνα με την παράδοση, ο θεός εμφανίστηκε στον αγώνα φορώντας… … Dictionary of Greek
μελαμβαφής — μελαμβαφής, ές (ΑM) βαμμένος μαύρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, ανος + βαφής (< βάπτω), πρβλ. αιμο βαφής, ερυθρο βαφής] … Dictionary of Greek