- ἐπί-τεξ
ἐπί-τεξ, εκος, der Geburt, der Niederkunft nahe, von Menschen, Her. 1, 111; Hippocr.; auch von Thieren, Pol. 5, 52 u. a. Sp. S. auch ἐπίτοκος.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπί-τεξ, εκος, der Geburt, der Niederkunft nahe, von Menschen, Her. 1, 111; Hippocr.; auch von Thieren, Pol. 5, 52 u. a. Sp. S. auch ἐπίτοκος.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
επίτεξ — ἐπίτεξ, ἡ (Α) επίτοκος, ετοιμόγεννη (α. «μετεπέμψατο ἐκ τῶν Περσέων τὴν θυγατέρα ἐπίτεκα ἐοῡσαν», Ηρόδ. β. «ὡς ἐπίτεξ ἐστίν [ἡ κύων]», Λουκιαν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + *τεξ (< τίκτω), τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει (πρβλ. ά τεξ, καλλί τεξ)] … Dictionary of Greek
καλλίτεξ — καλλίτεξ, ἡ (Α) η καλλίτεκνος·. [ΕΤΥΜΟΛ. < καλλ(ι) * + τεξ (< τίκτω), πρβλ. αγχί τεξ, επί τεξ] … Dictionary of Greek
tek-1 — tek 1 English meaning: to produce; to bear Deutsche Übersetzung: “zeugen, gebären” Material: O.Ind. tákman n. (Gramm.) “ offspring, descendant, kid, child”; takarī f. “ein Teil the weibl. Genitalien”; Gk. τίκτω (*τι τκ ω), ἔτεκον … Proto-Indo-European etymological dictionary