- ἐπί-σαπρος
ἐπί-σαπρος, anfaulend, Theophr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπί-σαπρος, anfaulend, Theophr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Papyrus 49 — Manuskripte des Neuen Testaments Papyri • Unziale • Minuskeln • Lektionare Papyrus 49 … Deutsch Wikipedia
σαπρόλιθος — ο, Ν (πετρογρ.) μαλακό γαιώδες εξαλλοιωμένο εκρηξιγενές ή μεταμορφωμένο πέτρωμα, κόκκινου ή καστανού χρώματος, που είναι πλούσιο σε άργιλο και σχηματίζεται επί τόπου από χημική αποσάθρωση. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. saprolite (<… … Dictionary of Greek