ἐπ-άρᾱτος

ἐπ-άρᾱτος

ἐπ-άρᾱτος, verwünscht, verflucht, τύχη καὶ συμφορά Plat. Legg. IX, 877 a; ὃ καὶ ἐπάρατον ἦν μὴ οἰκεῖν, es war ein Fluch darauf gesetzt, daß Keiner da wohnen sollte, Thuc. 2, 17; ἐπάρατον ἐποιήσατο, = ἐπηράσατο, 8, 97 u. Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Ἄρατος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άρατος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Α. ο Σολεύς (Σόλοι Κιλικίας περ. 315 – Πέλλα περ. 240 π.Χ.). Ποιητής των αλεξανδρινών χρόνων. Σπούδασε στην Αθήνα όπου συνδέθηκε με φιλία με τον στωικό φιλόσοφο Ζήνωνα. Το 276 π.Χ. ο βασιλιάς της Μακεδονίας… …   Dictionary of Greek

  • αρατός — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Α. ο Σολεύς (Σόλοι Κιλικίας περ. 315 – Πέλλα περ. 240 π.Χ.). Ποιητής των αλεξανδρινών χρόνων. Σπούδασε στην Αθήνα όπου συνδέθηκε με φιλία με τον στωικό φιλόσοφο Ζήνωνα. Το 276 π.Χ. ο βασιλιάς της Μακεδονίας… …   Dictionary of Greek

  • Άρατος — Sp Ãratas Ap Άρατος/Aratos L ŠR Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • άρατος — η, ο αυτός που εξαφανίστηκε, άφαντος: Σε μια στιγμή έγινε άρατος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀρατός — ἀρᾱτός , ἀρατός prayed against masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρητόν — ἀρατός prayed against masc/fem acc sg (ionic) ἀρατός prayed against neut nom/voc/acc sg (ionic) ἀρητός prayed against masc acc sg ἀρητός prayed against neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀράτω — Ἄρατος masc nom/voc/acc dual Ἄρατος masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρητοί — ἀρατός prayed against masc/fem nom/voc pl (ionic) ἀρητός prayed against masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρητέ — ἀρατός prayed against masc/fem voc sg (ionic) ἀρητός prayed against masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρητῶς — ἀρατός prayed against adverbial (ionic) ἀρητός prayed against adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”