- ἐπι-μηνίω
ἐπι-μηνίω, zürnen auf, τινί, Il. 13, 460; τινί τι, auf Jemand wegen Etwas, App. Civ. 3, 55.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπι-μηνίω, zürnen auf, τινί, Il. 13, 460; τινί τι, auf Jemand wegen Etwas, App. Civ. 3, 55.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
επιμηνίω — ἐπιμηνίω (Α) οργίζομαι εναντίον κάποιου («ἀεὶ γὰρ Πριάμῳ ἐπεμήνιε δίῳ», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + μηνίω «οργίζομαι» (< μήνις, «οργή»)] … Dictionary of Greek