- ἐπ-εν-θετικός
ἐπ-εν-θετικός, ή, όν, eingeschoben, Schol. Il. 13, 137.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπ-εν-θετικός, ή, όν, eingeschoben, Schol. Il. 13, 137.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θετικός — fit for placing masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θετικός — ή, ό (ΑΜ θετικός, ή, όν) 1. βεβαιωτικός, καταφατικός («θετική απάντηση») 2. το ουδ. ως ουσ. το θετικό(ν) ο πρώτος βαθμός τών επιθέτων και τών επιρρημάτων από τον οποίο σχηματίζονται ο συγκριτικός και ο υπερθετικός 3. φρ. γραμμ. «θετικός βαθμός»… … Dictionary of Greek
θετικός — ή, ό επίρρ. ά 1. συγκεκριμένος, χειροπιαστός, βέβαιος, πραγματικός: Θετική βοήθεια. – Οι έρευνες δεν απέδωσαν τίποτε το θετικό. – Θετικό κέρδος. 2. καταφατικός: Πήρα θετική απάντηση. 3. «θετική εικόνα», φωτογραφία εικόνας αντίθετη της αρνητικής·… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
θετικά — θετικός fit for placing neut nom/voc/acc pl θετικά̱ , θετικός fit for placing fem nom/voc/acc dual θετικά̱ , θετικός fit for placing fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θετικώτερον — θετικός fit for placing adverbial comp θετικός fit for placing masc acc comp sg θετικός fit for placing neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θετικῶν — θετικός fit for placing fem gen pl θετικός fit for placing masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θετικόν — θετικός fit for placing masc acc sg θετικός fit for placing neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θετικαί — θετικός fit for placing fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θετικοί — θετικός fit for placing masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θετικοῦ — θετικός fit for placing masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θετικούς — θετικός fit for placing masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)