- ἐπι-δι-πλασιάζω
ἐπι-δι-πλασιάζω, noch dazu verdoppeln, Hdn. 6, 8, 17.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπι-δι-πλασιάζω, noch dazu verdoppeln, Hdn. 6, 8, 17.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ισοπολλαπλασιασμός — ο ο πολλαπλασιασμός δύο ή περισσότερων αριθμών επί τον ίδιο παράγοντα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + πολλα πλασιασμός (< πολλα πλασιάζω)] … Dictionary of Greek