περί-πτωσις

περί-πτωσις

περί-πτωσις, , Zufall, Ereigniß, Gelegenheit, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πτώση — Το πέσιμο, η προς τα κάτω φορά, το γκρέμισμα, το κατρακύλισμα, η ανατροπή. Στη γλωσσολογία η π. προσδιορίζει γενικά τη λειτουργία ενός ονόματος αναφορικά προς τα άλλα στοιχεία της φράσης, η οποία εκφράζεται με μια ιδιαίτερη κατάληξη, δηλαδή με… …   Dictionary of Greek

  • πίπτω — ΝΜΑ και αιολ. τ. πίσσω Α ρίχνω τον εαυτό μου κάτω, πέφτω (α. «αὐτὸν πρηνέα δὸς πεσέειν», Ομ. Ιλ. β. «βάρβαροι γυναῑκες, οὕτως ἐκπεπληγμέναι φόβῳ πρὸς πέδῳ πεπτώκατ », Ευρ). νεοελλ. (η μτχ. αρσ. πληθ. αόρ. ως ουσ.) οι πεσόντες οι νεκροί σε πεδία… …   Dictionary of Greek

  • φορά — η, ΝΜΑ, και ιων. τ. φορή Α 1. η κατεύθυνση κινούμενου πράγματος, η διεύθυνση τής κίνησης του (α. «η φορά τού ανέμου» β. «κυκλεῑσθαι... τὸν ἄτρακτον... τὴν αὐτὴν φοράν», Πλάτ.) 2. ορμή, φόρα (α. «επέπεσε με μεγάλη φορά» β. «παῑς ὢν... φορᾱς μεστὸς …   Dictionary of Greek

  • АЛЕКСЕЙ МАКРЕМВОЛИТ — [греч. ̓Αλέξιος Μακρεμβολίτης] († между 1349 и 1353), визант. писатель. Род. в К поле, преподавал, входил в один из кружков визант. интеллектуалов, был близок к Патрикиоту, советнику по финансам имп. Иоанна VI Кантакузина. Его сочинения посвящены …   Православная энциклопедия

  • ГЕОРГИЙ ГАЛИСИОТ — [греч. Γεώργιος ὁ Γαλησιώτης] (1278/80 после 1357), визант. ритор, сакелларий храма Св. Софии в К поле, патриарший писец. Род. в Адрамиттии или в К поле. С 1294/96 г. обучался риторике у родственника, ритора Мануила Оловола, затем, став служащим… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”