- ἐπι-κοιλαίνω
ἐπι-κοιλαίνω, auf der Oberfläche aushöhlen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπι-κοιλαίνω, auf der Oberfläche aushöhlen, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπικοιλαινέτω — ἐπί κοιλαίνω hollow pres imperat act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπικοιλαίνεις — ἐπί κοιλαίνω hollow pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επικολπώ — ἐπικολπῶ, όω (Α) κάνω κάτι κοίλο, κοιλαίνω, κάνω κοίλωμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + κολπώ (< κόλπος)] … Dictionary of Greek