περάτηθεν, adv. = πέραϑεν, Ap. Rh. 4, 54.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περάτηθεν — indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περάτηθεν — Α επίρρ. πέραθεν*. [ΕΤΥΜΟΛ. < περάτη + επίρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. πρύμνη θεν)] … Dictionary of Greek