- περαίωσις
περαίωσις, ἡ, das Uebersetzen, Philostr. u. a. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περαίωσις, ἡ, das Uebersetzen, Philostr. u. a. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περαίωσις — crossing over fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περαιώσει — περαίωσις crossing over fem nom/voc/acc dual (attic epic) περαιώσεϊ , περαίωσις crossing over fem dat sg (epic) περαίωσις crossing over fem dat sg (attic ionic) περαιόω carry over aor subj act 3rd sg (epic) περαιόω carry over fut ind mid 2nd sg… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περαιώσεις — περαίωσις crossing over fem nom/voc pl (attic epic) περαίωσις crossing over fem nom/acc pl (attic) περαιόω carry over aor subj act 2nd sg (epic) περαιόω carry over fut ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περαίωσιν — περαίωσις crossing over fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περαίωση — η / περαίωσις, ώσεως, ΝΑ [περαιώ] 1. η διάβαση, το πέρασμα στο απέναντι μέρος ποταμού, πορθμού κ.λπ. 2. αποπεράτωση, τελείωμα … Dictionary of Greek
περαιώσεως — περαιώσεω̆ς , περαίωσις crossing over fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περαιώσῃ — περαιώσηι , περαίωσις crossing over fem dat sg (epic) περαιόω carry over aor subj mid 2nd sg περαιόω carry over aor subj act 3rd sg περαιόω carry over fut ind mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)