ἐπι-κραδαίνω

ἐπι-κραδαίνω

ἐπι-κραδαίνω, darauf, darüber schwanken, Poll. 5, 62.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κραδαίνω — (AM κραδαίνω) 1. δονώ, πάλλω κάτι με δύναμη, ταρακουνώ (α. «ἐφαίνετο Παλλὰς κραδαίνουσ ἔγχος», Ευρ. β. «ἔσειεν ὁ θεὸς τῆς ἡμέρας πολλάκις... τὸ γὰρ ἔδαφος ἐκραδαίνετο», Συνέσ.) 2. προκαλώ ανησυχία και ταραχή («τοὺς πέραν βακτρίων Ἰνδοὺς ἐφόβησε… …   Dictionary of Greek

  • ἐπεκράδαινον — ἐπί κραδαίνω swing imperf ind act 3rd pl ἐπί κραδαίνω swing imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπεκράδαινεν — ἐπί κραδαίνω swing imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπικραδαίνειν — ἐπί κραδαίνω swing pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπικραδαίνεσθαι — ἐπί κραδαίνω swing pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπικραδαίνων — ἐπί κραδαίνω swing pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επικραδαίνω — ἐπικραδαίνω (Α) 1. κραδαίνω πάνω σε κάτι, επισείω 2. κινώ βίαια, σείω πάνω από κάτι 3. παθ. ἐπικραδαίνομαι άγομαι, φέρομαι, κινούμαι από κάποιον («πρὸς ἀμφοτέρας τὰς ἐκβάσεις ταῑς ἐλπίσιν ἐπικραδαίνεσθαι», Γρηγ. Νύσσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί +… …   Dictionary of Greek

  • άλλομαι — ἅλλομαι (Α) 1. (για έμψυχα και άψυχα) αναπηδώ, σκιρτώ, τινάζομαι 2. υπερβαίνω, υπερπηδώ 3. (για ήχο) ξεπηδώ, αντηχώ 4. (για μέλη τού ανθρώπινου σώματος) πάλλομαι, τρέμω 5. φρ. «ἅλλομαι ἐπί τινι», εφορμώ, επιτίθεμαι εναντίον κάποιου 6. στη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”