- ἐπι-φυλλίζω
ἐπι-φυλλίζω, Nachlese im Weinberge halten, Sp., – übertr., ausforschen, aufsuchen, LXX.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπι-φυλλίζω, Nachlese im Weinberge halten, Sp., – übertr., ausforschen, aufsuchen, LXX.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπεφύλλιζον — ἐπί φυλλίζω strip of leaves imperf ind act 3rd pl ἐπί φυλλίζω strip of leaves imperf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεφύλλισαν — ἐπί φυλλίζω strip of leaves aor ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεφύλλισας — ἐπί φυλλίζω strip of leaves aor ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεφύλλισε — ἐπί φυλλίζω strip of leaves aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεφύλλισεν — ἐπί φυλλίζω strip of leaves aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επιφυλλίζω — ἐπιφυλλίζω (AM) ερευνώ, αναζητώ, εξετάζω με προσοχή αρχ. μαζεύω τα σταφύλια που απέμειναν μετά τον τρύγο. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + φυλλίζω (< φύλλον)] … Dictionary of Greek