ἐπι-φυτεύω

ἐπι-φυτεύω

ἐπι-φυτεύω, darauf pflanzen, Ar. Pax 168 u. Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • επιφυτεύω — ἐπιφυτεύω (Α) φυτεύω πάνω σε κάτι ή πάνω από κάτι (α. «κἀπιφορήσεις τῆς γῆς πολλήν, κἀπιφυτεύσεις ἕρπυλλον ἄνω καὶ μύρον ἐπιχεῑς», Αριστοφ. β. «ἑπτὰ κυοφορίαις τὴν πρὸς αὐτὰς ἐπιφυτευομένην φιλοστοργίαν», ΠΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + φυτεύω (<… …   Dictionary of Greek

  • προσφυτεύω — Α φυτεύω κάτι επί πλέον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”