- ἐπι-τηρητής
ἐπι-τηρητής, ὁ, der Beobachter, Schol. Aesch. Spt. 36 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἐπι-τηρητής, ὁ, der Beobachter, Schol. Aesch. Spt. 36 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λεπτεπίλεπτος — η, ο (AM λεπτεπίλεπτος, ον) υπερβολικά λεπτός, ισχνός, λεπτότατος νεοελλ. 1. πολύ ευαίσθητος, ασκληραγώγητος, λεπτοφυής, ευπρόσβλητος σε ασθένειες 2. εξεζητημένος στους τρόπους, στην περιβολή και στην εμφάνιση ή σχολαστικός τηρητής τής… … Dictionary of Greek