Ὁπλόσμιος

Ὁπλόσμιος

Ὁπλόσμιος, Beiwort des Zeus in Karien, u. Ὁπλοσμία, Beiname der Hera im Peloponnes, wahrscheinlich »Waffen tragend«, Lycophr. 614 und 858 und Schol. dazu.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Οπλόσμιος — Ὁπλόσμιος, ὁ (Α) 1. (ως προσωνυμία τού Διός στην Αρκαδία) ο ένοπλος 2. το θηλ. Ὁπλοσμία προσωνυμία τής Ήρας ή τής Αθηνάς στην Πελοπόννησο. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. Οπλοδμία] …   Dictionary of Greek

  • Ὁπλοσμίου — Ὁπλόσμιος armed masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Οπλοδμία — Ὁπλοδμία (Α) ονομασία φυλής στη Μαντίνεια. [ΕΤΥΜΟΛ. Οι λ. Ὁπλοδμία, Ὁπλοσμία, Ὁπλόσμιος παρετυμολογικώς έχουν θεωρηθεί σύνθ. από τις λ. ὅπλον + ὀδμή / ὀσμή. Επίσης, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο τ. ὁπλο δμ ία είναι σύνθ. από τη λ. όπλον και τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”