- ἄδδιξ
ἄδδιξ, ιχος, ἡ, ein Maaß von vier χοινικες, Ar. B. A. 342.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἄδδιξ, ιχος, ἡ, ein Maaß von vier χοινικες, Ar. B. A. 342.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
άδδιξ — ἄδδιξ ( ιχος), η (Α) μέτρο χωρητικότητας, που ισοδυναμούσε με τέσσερεις χοίνικες*. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολογίας. Πιθανόν πρόκειται για δάνειο από ξένη γλώσσα, όπως συμβαίνει με πολλές λέξεις που συνδέονται με έννοιες μετρήσεως π.χ. κοτύλη,… … Dictionary of Greek