- περι-μάδαρος
περι-μάδαρος, ringsum kahl, ohne Haare, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-μάδαρος, ringsum kahl, ohne Haare, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περιμάδαρος — ον, Α μαδαρός, εκλεπισμένος ολόγυρα («ἕλκεα περιμάδαρα, τὰ ἀνώμαλα καὶ ἄτυφα», Ερωτιαν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + μαδαρός «μαλακός, φαλακρός»] … Dictionary of Greek