- περι-ανθής
περι-ανθής, ές, rings umher blühend, Nic. bei Schol. Ar. Equ. 406.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-ανθής, ές, rings umher blühend, Nic. bei Schol. Ar. Equ. 406.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περιανθής — ές, Α αυτός που έχει άνθη ολόγυρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + ανθής (< ἄνθος), πρβλ. δί ανθής, ευ ανθής] … Dictionary of Greek
νεανθής — (240 – 190 π.Χ.). Έλληνας ιστορικός από την Κύζικο. Πολλές από τις ιστορικές πληροφορίες του τις απέδειξε λαθεμένες ο Πολέμων, με το έργο του Προς Νεάνθην αντιγραφαί. Αναφέρονται τα συγγράμματα του Ελληνικά ή Ελληνικαί Ιστορίαι, που πραγματεύεται … Dictionary of Greek