- περι-μενεαίνω
περι-μενεαίνω, sehr begehren, Ap. Rh. 1, 670. 771, in tmesi.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-μενεαίνω, sehr begehren, Ap. Rh. 1, 670. 771, in tmesi.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περιμενεαίνω — Α επιθυμώ με μανία να κάνω κάτι («περὶ δὲ μενέαιν ἀγορεῡσαι», Απολλ. Ρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + μενεαίνω «επιθυμώ»] … Dictionary of Greek