- ὁμο-ταχής
ὁμο-ταχής, ές, gleich schnell, Strab. 2, 3, 2. – Adv., Arist. probl. 16, 3.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὁμο-ταχής, ές, gleich schnell, Strab. 2, 3, 2. – Adv., Arist. probl. 16, 3.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ισοταχής — ές (Α ἰσοταχής, ές) 1. αυτός που έχει ίση ταχύτητα με κάποιον άλλο 2. αυτός που διατηρεί σταθερή ταχύτητα αρχ. (για σφυγμούς) κανονικός. επίρρ... ισοταχώς (Α ἰσοταχῶς) με ίση ταχύτητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + ταχής (< τάχος «ταχύτητα»), πρβλ.… … Dictionary of Greek