- ὁμηριστής
ὁμηριστής, ὁ, der Nachahmer des Homer, auch der Rhapsode, Ath. XV, 620 b u. a. Sp. – Bei Artemid. 4, 3 der Schröpfer.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὁμηριστής, ὁ, der Nachahmer des Homer, auch der Rhapsode, Ath. XV, 620 b u. a. Sp. – Bei Artemid. 4, 3 der Schröpfer.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ομηριστής — ο (Α ὁμηριστής) [ομηρίζω] 1. αυτός που μιμείται τον Όμηρο ή αυτός που απαγγέλλει τα ομηρικά έπη, ραψωδός 2. αυτός που ασχολείται με την ομηρική ποίηση νεοελλ. ειδικός μελετητής τών ομηρικών επών και τού ομηρικού ζητήματος αρχ. 1. (για υποκριτή… … Dictionary of Greek
ομηριστής — ο αυτός που ασχολείται ειδικά με τα ομηρικά έπη και το ομηρικό ζήτημα γενικά: Στο διεθνή χώρο υπάρχουν πολλοί ομηριστές … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ὁμηρισταῖς — Ὁμηριστής rhapsode masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὁμηρισταί — Ὁμηριστής rhapsode masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὁμηριστάς — Ὁμηριστά̱ς , Ὁμηριστής rhapsode masc acc pl Ὁμηριστά̱ς , Ὁμηριστής rhapsode masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)