- ὁρκ-απάτης
ὁρκ-απάτης, ὁ, der mit einem Eide Betrügende, betrüglich Schwörende, Paul. Sil. 5 (V, 250).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὁρκ-απάτης, ὁ, der mit einem Eide Betrügende, betrüglich Schwörende, Paul. Sil. 5 (V, 250).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
υπναπάτης — ὁ, Α αυτός που εξαπατά, που κλέβει τον ύπνο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕπνος + απάτης (< ἀπατῶ), πρβλ. ξεν απάτης, ὁρκ απάτης] … Dictionary of Greek
ψυχαπάτης — ὁ, Α 1. αυτός που εξαπατά την ψυχή 2. (με θετ. σημ.) αυτός που τέρπει την ψυχή. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχή + απάτης (< ἀπατῶ), πρβλ. ὀρκ απάτης] … Dictionary of Greek