ὁποσος-οῦν

ὁποσος-οῦν

ὁποσος-οῦν, wie viel auch immer; Thuc. 6, 56; Plat. Soph. 245 d; Luc. Iup. conf. 17.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • οποσοσούν — ὁποσοσοῡν, ὁποσηοῡν, ὁποσονοῡν (Α) (αντων.) 1. όσο πολύς, όσο μεγάλος 2. (το ουδ. ως επίρρ.) ὁποσονοῡν οσοδήποτε μεγάλος, όσες φορές περισσότερος ή όσες φορές μεγαλύτερος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + οὖν (πρβλ. οιοσ ούν)] …   Dictionary of Greek

  • οποσάπους — ὁποσάπους, ουν (Α) (σε πλάγ. ερώτ.) πόσων ποδών ως προς το μήκος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + πούς, ποδός (πρβλ. οκτά πους)] …   Dictionary of Greek

  • οποσαπλάσιος — ὁποσαπλάσιος, ία, ον (Α) 1. ὁποσαπλασίων* πόσες φορές μεγαλύτερος 2. (με το οὖν) ὁποσαπλασιοσοῡν όσες φορές περισσότερος και αν. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + πλάσιος*] …   Dictionary of Greek

  • οποσουτινοσούν — ὁποσουτινοσοῡν (Α) (αντων.) (κυρίως σε πλάγ. ερώτ.) οσοδήποτε μεγάλης τιμής. [ΕΤΥΜΟΛ. Γεν. μιας αντων. ὁποσοστισοῦν (< ὁπόσος + τις + οὖν)] …   Dictionary of Greek

  • όπη — ὅπη, επικ. τ. ὅππη και κατά ορθότ. γρφ. ὅπῃ, δωρ. τ. ὅπᾳ και ὅππᾳ, ὅπη και ὅπει, αιολ. τ. ὄππα ή ὄππᾳ και ὅπα, ιων. τ. ὅκη ή ορθότ. ὅκῃ (Α) (επίρρ. σε αναφορικές προτάσεις ή πλάγιες ερωτήσεις) 1. (για τόπο) ποιο δρόμο ή από ποιο δρόμο, ποια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”